28.6.14

κι εσύ αγαπημένε δεν θα μιλάς
θα τόχεις σκάσει μέσα μου
στα υπόγεια θα πεθαίνεις
βέβαιος για την ανάστασή σου.


ανέκδοτο
σε μια τρομακτική περίοδο της ζωής μου, είπε
και γλύτωσε ερωτήσεις και κριτικές.


ανέκδοτο
«μου στέλνεις το κασετόφωνο με την φωνή σου και το χώνω στο συρτάρι με τα απαγορευμένα. δαγκώνω ένα ροδάκινο, όχι τόσο ζουμερό όσο η φωνή, κοιτάζω λοξά και τις μελανιές απ΄ τα χάδια. «σε πέντε εργάσιμες φεύγουν», είπες. ψέμματα ήταν.»

έχει ένα συρτάρι που δεν θα το βρει κανείς.


ανέκδοτο
διάφανο όσο να μην το πεις λευκό, τρυπώνει στο σαλόνι, πετάει, στριφογυρίζει, αν σ’ αγγίξει είναι χάδι. κλέφτη το λέγαμε όταν είμαστε παιδιά. ποτέ δεν έκλεψε κάτι, στο τέλος έλυωνε στα δάχτυλά μας. μια φορά το φίλησα, δεν ξέρω γιατί, αλλά ήμουν σίγουρη πως δεν ξεγελάστηκα, έλυωσα. από τότε αγάπησα τους κλέφτες και τα φιλιά τους, έχουν το ισχυρότερο σεξουαλικό όργανο, εγκέφαλο διάφανο, όσο να μην τον πεις λευκό. κλέφτης αισθήσεων ήταν, το ποδήλατο θα μας έκλεβε?

ανέκδοτο
οι υψηλές πτήσεις των μυαλών απαιτούν και νεφελώδεις σκέψεις με την προϋπόθεση νάσαι καλός άνθρωπος, τόσο απλό. κι αυτό φαίνεται απ’ το αν χειρίζεσαι τα μυαλά των άλλων. το καταλαβαίνουν, ανεξάρτητα αν στο λένε. όχι όλοι, αλλά αυτοί που ξέρουν να πετάνε και μόνοι τους.

ανέκδοτο
ντυμένος στ’ άσπρα
κρατούσε ένα εβένινο κουτί γεμάτο λόγια
τ’ άπλωσε στο τραπέζι
«έλα να παίξουμε σκάκι», είπε, «διάλεξε»
πήρα τα φωνήεντα
ως ψευδή τα χειρίζομαι καλύτερα
τα σύμφωνα αυτός
δεν τον ενδιέφερε ποια
εύκολη η μοιρασιά.
η παρτίδα απ’ την αρχή καθορισμένη
κανένα φωνήεν δεν μπόρεσε ν’ αντισταθεί.
ορκίστηκα να μην αποκαλύψω την τεχνική του
νάναι χαρούμενος και με τους επόμενους ψευδούς.

την άλλη μέρα πήγα στον ωριλά
να θεραπεύσω το ψευδόν μου, είπα
μπα, είναι αργά, το έχεις ενσωματώσει και εις το κουφόν σου, χαμογέλασε.


ανέκδοτο

25.6.14

κι εκείνη η εξομολογούμενη σύνθλιψη 
στα μάτια της μαυρισμένης φλόγας του ήλιου
κι εκείνη η θύμιση της νικήτριας σελήνης
στους ώμους μιας μεγαλοπρέπειας σκοτεινής
σαν την λάμψη αιχμαλωτίζει μαστίγια
αποτεφρώνει παλίροιες
κινεί συλλογισμούς για σκιές περαστικές
τιμωρεί τα αύριο που δεν πειθάρχησαν στα σήμερα.


ανέκδοτο

5.6.14

γέμισε το σταχτοδοχείο
στάχτες και κάτι σαν λέξεις να σιγοκαίνε
είναι που δεν άναψα απ’ το τσιγάρο σου
να το σαλιώσω και ν’ ανάψω
κρατάει το σάλιο, λένε.


ανέκδοτο

4.6.14

όταν την έπιασε προστατευτικά απ’ τους ώμους, ο σκύλος μόνο κατάλαβε. ήξερε τί σημαίνει αδέσποτο.

3.6.14

τρόποι για να πληγώνεις

και ανασηκώνω τα φρύδια
γρήγορες εισπνοές
καθόλου εκπνοές
ώσπου σκάω.



ξεψύχησε γρήγορα
δεν πρόλαβαν να χαρούν
να κλάψουν.



πουτάνα την ανέβαζαν 
πουτάνα την κατέβαζαν
αν και δεν το πίστευαν
τους τόπε σ' έναν τοίχο
εκεί, στην οδό φυλής.



καπνίζει ατέλειωτα
παραινέσεις περί καρκίνου
ένθεν κακείθεν
πού να καταλάβουν την ηδονή του

φυσάει τον καπνό στα μούτρα τους.



"από μούρη σκατά
αλλά ο κώλος..."
δεν είναι σεξιστής, έχει γούστο.



αυτή κρύβεται
κρυφακούει
οι άλλοι μιλάνε δυνατά
ξέρουν πως ηδονίζεται.



στα πέντε του
έφαγε μια σφαλιάρα στο κεφάλι
στα είκοσι 
κυκλοφορεί με χαιρετούρες σ' όλη τη γειτονιά
απλώνει χέρι 
να φύγει η σφαλιάρα 
πάνω στη μάνα του.



κατάπιε μια καραμέλα
τους είπε πως ήταν κινίνο
μη τον ματιάσουν.



στην κηδεία/
αναστήθηκε ο νεκρός
τους έκοψε την χαρά να κλαίνε 
να κλαίνε επειδή γλύτωσαν.