29.1.14

αρκεί να παρατηρούσες τις αμυδρές κινήσεις του στόματος
ένα ναι ή ένα όχι είναι περιττά
μια ρυτίδα
ένα κατέβασμα του κάτω χείλους
το συνοφρύωμα
μην περιμένεις να μιλήσει ο άλλος.
στο τηλέφωνο τις αναπνοές
ανάσες και χμμμ
χρόνο ομιλίας
διάθεση για το τέλος της.
στα σημειώματα τα γράμματα
έχουν ουρίτσες;
κουνιούνται;
είπε ο ταχυδρόμος μιας άλλης εποχής.

του ξέφυγε
το φτερούγισμα των χεριών στο αντάμωμα
οι πεταλούδες στο στομάχι πριν χτυπήσει το τηλέφωνο
και το κουτσό των λέξεων στο χαρτί.

ποτέ του δεν άνοιξε ένα γράμμα της «τραγικής και σεμνής παρθένας που λέγονταν πουλχερία».


-το εντός εισαγωγικών, εγγονόπουλος-

ανέκδοτο
κάποιος είπε πως πρέπει νάχεις προορισμούς
στόχους
ένα μικρό αύριο στο μυαλό
εγώ λέω πως η μεγαλύτερη πολυτέλεια 
είναι να ορέγεσαι
σ’ άλλους το δίνει το ανόρεχτο το δικό μου
το δικό σας
το δικό τους
κι άλλοι ορέγονται ταξίδια
όπως ταπεινά ονομάζουν
τις μαϊμούδες
τα υβρίδια
τους ταύρους και τα φίδια του μυαλού
αλλόκοτοι περιφέρονται
κάποιος νους τους εφευρίσκει
και πάντα θάναι σ’ εκκρεμότητα
ερωτευμένοι με το παράδοξο
το ανισόρροπο
το εκκρεμές και το ταλαντευόμενο.
συμπονέστε τους
κι αν είστε πονηροί
κάντε και μια τραμπάλα μαζί τους.


ανέκδοτο

20.1.14


ώσπου είπε "δεν μπορώ χωρίς εσένα" αλλά ακούστηκε σαν "δεν μπορώ χωρίς εμένα" 
κι όλα κύλησαν ομαλά.

ανέκδοτο

15.1.14

ο σπειροειδής άξονας μιας βίδας και το σκουριασμένο κλειδί του διανυκτερεύοντος φαρμακείου ήταν το πρόβλημα.είχα ευχηθεί νάναι ψιλικατζίδικο το διανυκτερεύον, αλλά οι ευχές, ως γνωστόν, πιάνουν στους ανίδεους.ομολογώ πως εγώ ήμουν υποψιασμένη.την προηγούμενη μέρα διανυκτέρευε το περίπτερο και όλα ήταν απλά.ούτε συνταγή ούτε τίποτα.άσε που δεν πλήρωσα, θα τάδινα αργότερα, ήμουν εχέγγυο άτομο για τον περιπτερά.το φαρμακείο όμως έχει μια επισημότητα, μια επιστημοσύνη, ένα ατιτιούντ, έχει το νόμιμο.έτσι αποφάσισα να το διαρρήξω.πρωτάρα και άσχετη.πού να ξέρω από βίδες και σκουριές.μάτωσα τα χέρια μου, κοκκίνησαν τα μάτια μου από αγανακτισμό και δεν κατάφερα τίποτε.μόνο την κλεισούρα και την μούχλα πρόλαβα να μυρίσω.αρκούσε.κάθισα στο πεζοδρόμιο και βούλιαξα στο πάπλωμα του αγαπημένου άστεγου.κουκουλώθηκα και ανάσανα με ικανοποίηση.κάτι μπάτσοι που περνούσαν ενόχλησαν το ελαφρύ μέσα μου για λίγο αλλά το παράβλεψα.ήταν ζεστά χωρίς φαρμακείο.


ανέκδοτο