20.9.12


γιατί είσαι εσύ
και δεν ξεμπερδεύω με το εσύ
λίγο εγώ έμεινε
σαν λυγμός στο εσύ
σαν φλόγα συντριβής
ανασύνταξης
στη γωνιά του χαλιού που δεν χειμώνιασε για να στρώσω
στο φίλτρο του καφέ που ακόμη δεν ήπια
σαν το φουσκωμένο αχλάδι μιας εικονογράφησης που δεν είδες
κι όλα μαστιγώνονται στο σήμερα
ξερνάνε αίμα για το αύριο
μιας χυδαιότητας πολύχρωμης στο τίποτε
γιατί τα χυδαία έχουν χρώμα ζοφερό
κι εμείς περιμένουμε τα πορνό πούναι αθώα
σαν την βαρκούλα του καλοκαιριού
να χοροπηδάει στο κύμα
να τρώει την αλμύρα με το κουτάλι
γιατί αυτός ήταν πάντα ο πόθος της
μια ξεχειλισμένη αλμύρα μέσα της.

ανέκδοτο