οι άδειοι δρόμοι
τα σκελετωμένα
μπυρόκουτα
η μυρωδιά της
περπατησιάς
το άγριο γέλιο
των γερασμένων
το κουκούτσι που
κάθησε στο λαιμό
το βλέμμα που άδειασε
από άρνηση
το μικρό μαγαζάκι
με τ’ αμύγδαλα
ο ψαράς που ετοιμάζεται
να κλείσει
η πολυτέλεια που
ξεφτιλίστηκε
οι έρωτες που
βρωμάνε χλωρίνη
το τρένο που σφυρίζει
την αναχώρηση
οι μύγες που δεν
βρίσκουν μέλι να κολλήσουν
οι άρχοντες που ήταν
κλόουν
κι εγώ...
ανέκδοτο