29.11.13

και πόσοι δεν έκλαψαν σιωπηλά για την ηδονή μιας νύχτας
και πόσοι δεν γέλασαν τρανταχτά για το φεγγάρι που έμοιαζε με τρύπα
και πόσοι ακόμη θα χαθούν στα γέλια μιας ονείρωξης σπαταλημένης στο βρώμικο σεντόνι ενός θιάσου
εξ άλλου ο θάνατος δεν αστειεύεται όταν εσύ ερωτεύεσαι
σε πολεμάει
κι όταν θα ηττηθείς θάναι κλειστή η πόρτα
θα μυρίζεις σαν άσυλο ηλικιωμένων και θα μοιράζεις συμβουλές σε ανέραστους γέροντες
οι νικητές θάναι στο διπλανό δωμάτιο και θ’ αφουγκράζονται τις ανύπαρκτες ιστορίες σου
θάναι και οι κουτσοί, οι κατά φαντασίαν ερωτευμένοι, εκείνοι που ψιλάφισαν ένα πτώμα, οι μόνοι ευτυχισμένοι μέσα στην άγνοια των ναυαγίων τους.
και πόσα μυστικά θα θαφτούν στους σταθμούς των ανταποκρίσεων των τρένων
θάναι οι στιγμές που ποτέ δεν λογάριασες τα ταξίδια τους.
Και πόσοι θα λογίζονται σοφοί, χαμένοι στους διαδρόμους μιας άμαξας ν’ αναρωτιούνται 

«μα τί ακριβώς ζήσαμε?»

ανέκδοτο