18.10.12

το βελούδο


σήμερα ψιθυρίσαμε μικρούς κάκτους. όποτε ψιθυρίζω κάκτους θυμάμαι εκείνη τη μέρα που πέταξα το λευκό φουστάνι στο δρόμο. δεν ξέρω αν το βρήκε κανείς, εγώ πάντως έμεινα γυμνή. δεν μούχε φανεί καθόλου περίεργο, αντίθετα είχα ντυθεί το μέσα έξω κι ένιωθα όμορφα. όμως δεν ένιωθε καθόλου όμορφα ο μπαμπάς μου, και η Μαμά μου. θύμωσαν και κομμάτιασαν την κούκλα με το βελούδινο φόρεμα. χρόνια τη φύλαγαν γιατί ήταν δική μου. πήραν ένα μαχαίρι, το κράτησαν με τα δόντια μισό μισό και την ξεκοίλιασαν. έτσι έμεινα χωρίς παιχνίδια στα τριανταπέντε μου. ενηληκιώθηκα μέσα σ’ ένα φόνο.

ανέκδοτο