ξημερώνει μια
μέρα
στήνεσαι στη στάση και της μιλάς
ούτε καν κορνάρει
μασουλάει το
φρένο
φοράει τη μάσκα της
δένει τα κορδόνια
ανοίγει ομπρέλα να μη την αγγίξει τίποτε/
μέσα στη λάσπη
εσύ καθαρίζεις άχρηστες πληροφορίες
σβήνεις το
τσιγάρο στα μούτρα σου
-να μην λερώσεις
το περιβάλλον-
ξεκινάς με τα
πόδια τα ξύλινα
για φτερούγες
το χάος
δίπλα οι
αισιόδοξοι της άγνοιας, οι απελπισμένοι της άγνοιας
οι ενημερωμένοι
του περίπου και οι αφελείς του τίποτε
σαν το λαγωνικό
υπερβαίνεις και πόδια και χέρια
-φόβος
κατάρρευσης-
σωματική χάρη
χρειάζεται
την κούρεψαν μαζί με το πράσινο του δρόμου
έρωτας χρειάζεται
για να γίνεις θέαμα συναρπαστικών τιμωριών.
ανέκδοτο