μεσημέριασε και
στη ρυτίδα της θάλασσας
αυτής της θάλασσας
που μας αναλογεί
«όταν βρέχει να τ’
ακούς»
έτσι την ονόμασα
τότε
για να ξορκίζω
τον χρόνο με την τέχνη της ουτοπίας
σαν στοχασμός
εμβρύου ακούστηκε τ’ όνομά της
και μόνο το παιχνίδισμα
των σκουπιδιών της
μου θύμισε πως
δεν έχει μνήμη
την κατέθεσε τη μέρα
που το καθημερινό μακελειό έφτυσε όλη του την τέχνη πάνω μας.
ανέκδοτο