25.3.14

μια ποιήτρια/
έπινε πολύ
όλοι το ήξεραν
ασυνείδητα και συνειδητά την προσεταιρίζονταν
όμορφα ενέδιδε
σ’ ό,τι χωρίς ποτό θ’ απέρριπτε
η χυδαιότητά των χωρίς φραγμούς
αρκεί να συνόδευε τις λέξεις των
τις βαφτιζόμενες ποιήματα.
η θεία δίκη δεν υπάρχει
οσάκις οι άνθρωποι σφετερίζονται το μέσα των ανθρώπων
εξαρτημένη κι αυτή απ' τα ολίγα των θνητών
που βαυκαλίζονται το αθάνατο.

-από την ενότητα "ποιητές και ποιήτριες"-


ανέκδοτο
παρενέργειαι βακαλάου εν μέσω αθώωσης αλιάδας/
η ολιγότης σου
κατακλυσμός
εν καταιγίδει
ήταν και το γίδι
κερασφόρο
πολλαπλάσιον εωσφόρου
απόγειον
ακόμη και φόρου
πλειότερον μωρού ευπόρου.
υπό έναν όρο
να συμβουλεύεσαι αντιλεξικόν
δια το όμορον του όρου.
οποία ποίησις!


ανέκδοτο

22.3.14

σκουπίδια στους δρόμους/
δίπλα στην εξώπορτα/επισκευαί παντός είδους πλην ελπίδας.
έξω απ’ τα δικαστήρια/πωλούνται απαντήσεις για ερωτήσεις που δεν έγιναν ποτέ.
στη θάλασσα, δίπλα στο νεκροταφείο/άλλο να χάνεις το πώμα απ’ το φουσκωτό κι άλλο απ’ το σωσίβιο.

20.3.14

τόσο μαύρο μέσα μου, θα μπορούσα νάμαι η νύχτα σου.

ανέκδοτο

18.3.14

καμμιά φορά στέκομαι στο μπαλκόνι. 
κάτι σκοτεινιασμένες μέρες
χαζεύω τον ουρανό
είναι η νύχτα του που μου αρέσει
όταν σύννεφα νάνοι πάνω στην πόλη
σαν τα όνειρά μας που μικρύνανε.
πού και πού ρίχνω ματιές και στο πάρκο
αναγκάλιαστοι τριγυρνάνε από κάτω οι άνθρωποι
ανάμεσα στις σταγόνες που εφευρίσκουν.
τί σκέφτομαι?
τίποτε,
καμμιά φορά και κάτι
αλλά χάνεται ανάμεσα στις σταγόνες τους.


ανέκδοτο

14.3.14

είναι άχρηστες οι λέξεις όταν είσαι ευτυχισμένος, είπε το μουτζουρωμένο χαρτί.

ανέκδοτο
όσο την αποδοκίμασαν
τόσο σήμερα την αποδέχονται;
σοβαραί αι αντιρρήσεις και οι μύθοι
σοβαρά και τα αποτελέσματα;
λίγες επιστήμες έχουν τόση εξάρτηση απ΄τον ασκούντα
και η φρόσω η ψυχαναλύτρια
ασκούμενη επί του προσωπικού δράματος
εξήσκησε κι εμένα 
εις την ένταξιν επί του οικογενειακού
μετέπειτα επί του συνoλικού
ό,τι έκαμνα η δύστυχη δια το πολιτικόν
με πλήρη άγνοια δια το προσωπικόν.
πέρασαν χρόνια από τότε
μούμεινε το κουσούρι της ένταξης
κι έτσι άνευ ψυχαναλύσεως
δρομέας ανάμεσά σας
εντάσσω τα ανομήματά σας εις το συνολικόν.



ανέκδοτο

γέμισε η οθόνη στρατιώτες
αγκαλιάζουν κάτι
σιδερένιο
κρύο φαίνεται
είναι ο καλύτερος φίλος μου, λέει ένας
λάμπει
έχει ξεχάσει τί θα πει φίλος, σκέφτομαι
πλησίασα και τον ρώτησα
δεν φοβάσαι τον φίλο σου;
χαμογέλασε και κόλλησε το όπλο στα μαλλιά μου
δεν φοβάσαι τον φίλο σου? ξαναρώτησα παγωμένη
το κύλησε στο στήθος μου, κοκκάλωσα
δεν φοβάσαι τον φίλο σου? μόρφασα
μα είναι φίλος μου, οι φίλοι είναι ζέστη, ελευθερία, γέλιο και δάκρυ
είναι ζωή
κι αυτός μου υποσχέθηκε πως θα μου την δώσει.

ανέκδοτο

1.3.14

ο χρόνος καταρρέει
ερείπια
και δεν προλαβαίνουμε να δώσουμε έναν ορισμό
μια διάσταση
μια τοποθέτηση στο χώρο
μ’ ευγένεια
με λιτότητα
με λίγο σεβασμό στο ακατανόητο
λίγη κατανόηση για τον χωροχρόνο
δεν προλαβαίνουμε ν’ αγαπήσουμε
μίσος.

θυμάσαι που χανόμασταν ο ένας στα μάτια κάποιου άλλου
και χανόταν κι ο χρόνος?

τώρα χάνεται μέσα στα δάκρυα όλης της γης.

ανέκδοτο